Του Wolfgang Munchau
Δεν ήταν ανάγκη να περιμένουμε τον Dow Jones να φθάσει στις 10.000 μονάδες. Ήταν ξεκάθαρο εδώ και κάποιο διάστημα ότι οι μετοχικές αγορές αρχίζουν εκ νέου να μοιάζουν με φούσκα. Επιφανειακά η κατάσταση είναι παρόμοια με το 2003 και το 2004 όταν οι προηγούμενες φούσκες στις πιστώσεις, στη στεγαστική αγορά, στα εμπορεύματα και στις μετοχικές αγορές είχαν αρχίσει να διογκώνονται, βοηθούμενες από τα χαμηλά επιτόκια και από την έλλειψη πληθωρισμού.
Όμως, η τρέχουσα φούσκα θα σκάσει πιο νωρίς από τις προηγούμενες.
Πώς γνωρίζουμε ότι πρόκειται για φούσκα; Οι δύο αγαπημένοι μου παράγοντες μέτρησης είναι το CΑΡΕ -προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων cyclically adjusted price - earnings ratio- και το Q.
Το CΑΡΕ το ανακάλυψε ο κ. Robert Shiller, καθηγητής οικονομίας και οικονομικών στο Yale University. Υπολογίζει τον κινητό μέσο όρο σε επίπεδο δεκαετίας των προσαρμοσμένων στον πληθωρισμό P/E. Το Q είναι το αποτέλεσμα της διαίρεσης της αξίας κεφαλαιοποίησης των αγορών με τον καθαρό πλούτο. Ο κ. Andrew Smithers κρατά τα στοιχεία, ενώ το Q έχει ανακαλυφθεί από τον γνωστό οικονομολόγο κ. James Tobin.
Τα δύο αυτά στοιχεία μέτρησης μπορεί να ασχολούνται με διαφορετικά θέματα. Όμως και τα δύο συμφωνούν στο ότι πολύ συχνά οι αγορές δεν υπολογίζουν ορθά την όλη κατάσταση. Στα μέσα Σεπτεμβρίου, εάν κάποιος εξέταζε και τους δύο παράγοντες, θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η αμερικανική αγορά είναι υπερτιμημένη από 35% έως και 40%. Από τότε μέχρι σήμερα η αγορά έχει ανέβει ακόμη πιο ψηλά και μάλιστα με πολύ πιο ισχυρό ρυθμό από τον ΚΜΟ των εταιρικών μεγεθών.
Ο μοναδικός λόγος της νέας φούσκας δεν είναι άλλος από τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια, τα οποία ωθούν εκ νέου τους επενδυτές σε περισσότερο ριψοκίνδυνες τοποθετήσεις. Ακόμη και οι τιμές ακινήτων έχουν αρχίσει να ενισχύονται.
Σε πλήρη, όμως, αντίθεση με το τι συνέβαινε πριν από μία 5ετία, οι κεντρικές τράπεζες έχουν σήμερα έναν διττό ρόλο: την άσκηση της νομισματικής πολιτικής αλλά και τη στήριξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι δύο αυτοί στόχοι, όμως, αλληλοσυγκρούονται ή τουλάχιστον αυτό μπορεί να συμβεί.
Στην Ευρώπη, υπό κανονικές συνθήκες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα είχε προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων. Δεν τον πράττει καθώς δεν θέλει να καταστρέψει το εύθραυστο τραπεζικό σύστημα, το οποίο εξαρτάται από αυτήν για να παραμείνει ζωντανό. Το ίδιο ισχύει, σχεδόν, σε κάθε γωνιά της υφηλίου.
Η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας μπορεί να τροφοδοτήσει δύο σενάρια: Στο πρώτο οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να αποσύρονται από τα έκτακτα μέτρα στήριξης κάποια στιγμή εντός του 2010, οδηγώντας σε πτώση τις αποτιμήσεις των ριψοκίνδυνων τοποθετήσεων. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, απόσυρση από τα έκτακτα μέτρα θα οδηγούσε σε νέα πτώση τις τιμές ακινήτων καθώς η αγορά στεγαστικών δανείων εξαρτάται αποκλειστικά από τις πολιτικές που ακολουθεί η Τράπεζα της Αγγλίας.
Στο δεύτερο σενάριο οι κεντρικές τράπεζες αποφασίζουν να μην αλλάξουν πολιτική και να διατηρήσουν την τρέχουσα για όσο κριθεί αναγκαίο. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, θα οδηγήσουν σε καταστροφή μία πολύ σημαντική αγορά: τα ομόλογα.
Με άλλα λόγια, ο κίνδυνος θα εμφανιστεί ό,τι και να πράξουν οι κεντρικές τράπεζες. Η όλη κατάσταση μοιάζει με το να περπατά κάποιος στην άκρη ενός επικίνδυνου γκρεμού, όπου σε όλες τις πλευρές του υπάρχει το χάος.
Από όσο είμαι σε θέση να ξέρω, δεν υπάρχει όμορφος και κυρίως ανώδυνος τρόπος για να πέσει κάποιος στον γκρεμό…ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου