Ο Dr. Joseph Ignace Guillotin δεν εφηύρε τη μηχανή εκτέλεσης που φέρει το όνομά του. Μια παρόμοια συσκευή, γνωστή με το όνομα το Ικρίωμα του Halifax, ήταν σε χρήση σε αυτή την πόλη του Yorkshire από το 1286 μέχρι το 1650.
Εντούτοις ήταν ο Dr. Guillotin, τοποτηρητής του Παρισιού, που στις 10 Οκτωβρίου του 1789, πρότεινε όλοι οι καταδικασμένοι σε θάνατο κρατούμενοι να αποκεφαλίζονται, για λόγους ανθρωπιστικούς και ισότητας. Ο αποκεφαλισμός, την εποχή εκείνη, θεωρούνταν η πλέον ανθρωπιστική όλων των μεθόδων εκτέλεσης και επιφυλασσόταν μόνο για τη θανάτωση ευγενών. Οι απλοί κατάδικοι υπέφεραν έναν αργό απαγχονισμό, τον φριχτό θάνατο στον τροχό ή το κάψιμο στην πυρά. Η ιδέα του να εξασφαλιστεί ένας γρήγορος και ανθρώπινος θάνατος για όλους, συμβάδιζε με τον επαναστατικό τρόπο σκέψης. Έτσι, από τις 25 Μαρτίου του 1791, ο αποκεφαλισμός έγινε δια νόμου η μόνη μέθοδος εκτέλεσης μελλοθανάτων
Για την εφαρμογή, όμως, υπήρξε πρόβλημα, καθώς μέχρι τότε οι αποκεφαλισμοί γίνονταν με ξίφος και ένας έμπειρος δήμιος ήταν απαραίτητος για να διατηρηθεί ο ανθρωπιστικός χαρακτήρας του αποκεφαλισμού. Ο αριθμός των μελλοθανάτων της εποχής ήταν τρομακτικός, για να μπορέσουν να ανταποκριθούν οι υπάρχοντες δήμιοι.
Ήταν σαφές πως ένα είδος μηχανισμού είχε γίνει απαραίτητο για τη διεκπεραίωση των εκτελέσεων και αφού συμβουλεύτηκαν τον Dr. Antoine Louis, Γραμματέα της Χειρουργικής Ακαδημίας, σχεδίασαν και κατασκεύασαν τη συσκευή. Στην αρχή ονομάστηκε louisson ή louisette αλλά αργότερα, προς μεγάλη ανακούφιση του γιατρού, πήρε το όνομα του εισηγητή της και έγινε γνωστή ως γκιλοτίνα.
Η πρώτη γκιλοτίνα κατασκευάστηκε στο Παρίσι από έναν γερμανό μηχανικό, τον Tobias Schmidt, και ήταν έτοιμη για δοκιμές στις 17 Απριλίου του 1792. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν πτώματα ανθρώπων που είχαν πεθάνει πρόσφατα στο νοσοκομείο της Bicerte.
Είχε δύο φαρδιές κάθετες δοκούς, ενωμένες στην κορυφή με μία οριζόντια και υψωνόταν σε μια πλατφόρμα στην οποία ο καταδικασμένος έφθανε ανεβαίνοντας 24 σκαλοπάτια. Το όλο κατασκεύασμα ήταν βαμμένο στο χρώμα του αίματος και η βαριά λεπίδα ανέβαινε μέσα σε εντομές στις δυο κατακόρυφες δοκούς, οι οποίες ήταν αλειμμένες με ζωϊκό λίπος. Παρόλο που φαινόταν πρόχειρη κατασκευή, δούλευε αρκετά καλά και η πρώτη εκτέλεση στην οποία χρησιμοποιήθηκε ήταν αυτή του Nicholas-Jacques Pelletier, καταδικασμένου σε θάνατο για ένοπλη ληστεία. Η εκτέλεση έγινε στις 25 Απριλίου του 1792 στην Place de Greve και το κεφάλι του Pelletier έπεσε στο πρώτο χτύπημα.
Σύντομα, όλες οι περιοχές της Γαλλίας εφοδιάστηκαν με γκιλοτίνες και μικρογραφίες τους χρησιμοποιήθηκαν ως παιδικά παιχνίδια, ακόμα και γυναικεία σκουλαρίκια.
πιο αιματηρή περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, την 13μηνη διάρκεια του “Τρόμου”, από το Μάιο του 1793 έως τον Ιούνιο του 1794, 1.225 άνθρωποι εκτελέστηκαν στο Παρίσι. Στην Place de Greve γίνονταν οι εκτελέσεις των ποινικών, ενώ οι πολιτικοί κρατούμενοι συναντούσαν το θάνατο στην Place de Carrousel. Κατά τη διάρκεια του “Τρόμου” σχεδόν όλοι η γαλλική αριστοκρατία ανέβηκε τα σκαλιά που οδηγούσαν στη λαιμητόμο. Στις 21 Ιανουαρίου του 1793, η γκιλοτίνα στήθηκε για πρώτη φορά στην Place de la Revolution, για την εκτέλεση του βασιλιά Louis XVI, του πιο διάσημου θύματός της. Εκεί εκτελέστηκαν, επίσης, δυο πασίγνωστες γυναίκες, η Marie Antoinette και η Charlotte Corday. Η Charlotte καταδικάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες για τη δολοφονία του Jean-Paul Marat, ενός από τους ηγέτες της επανάστασης. Η εκτέλεσή της έγινε το απόγευμα της 17ης Ιουλίου του 1793 και μόλις έφθασε με το ιππήλατο αμάξι στην Place de la Revolution, ζήτησε από το δήμιό της Sansom να της επιτρέψει να δει καλά τη γκιλοτίνα, γιατί δεν είχε δει ποτέ της μία πριν και επειδή το έβρισκε εξαιρετικό ενδιαφέρον θέαμα για κάποια που βρισκόταν στη θέση της! Ήταν μια όμορφη και θαρραλέα 24χρονη κοπέλα και πολλοί τη θεώρησαν μάρτυρα
Τον Ιούνιο του 1793, η γκιλοτίνα μεταφέρθηκε προσωρινά στην Place St. Antoine, όπου 96 άνθρωποι αποκεφαλίστηκαν μέσα σε 5 μόνο ημέρες. Λόγω των διαμαρτυριών των τοπικών εμπόρων, μεταφέρθηκε εκ νέου, αυτή τη φορά στο Barriere Ranverse, όπου βρήκαν το θάνατο 1.270 άτομα σε διάστημα μικρότερο των δύο μηνών. Επέστρεψε στην Place de la Revolution για την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου και 21 ακόμα επαναστατών στις 28 Ιουλίου. Η χρήση της γκιλοτίνας επεκτάθηκε και σε άλλες γαλλικές πόλεις με μεγάλη συχνότητα την εποχή εκείνη και πολλές χιλιάδες άνθρωποι βρήκαν το θάνατο από αυτήν.
Η Γαλλία δεν ήταν η μόνη χώρα που χρησιμοποίησε τη γκιλοτίνα, καθώς πολλές άλλες κυβερνήσεις αναγνώρισαν τα προτερήματα της μεθόδου αυτής, από άποψη ταχύτητας και ανθρωπισμού, σε σύγκριση πάντα με άλλες μεθόδους εκτέλεσης που χρησιμοποιούσαν μέχρι τότε. Η Αλγερία, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ελβετία, η Σουηδία και το Βιετνάμ χρησιμοποίησαν σε εκτελέσεις τη γκιλοτίνα μέχρι τον 20ο αιώνα.
Στη Γερμανία, επί Χίτλερ, πέθαναν στη γκιλοτίνα περισσότεροι άνθρωποι απ’ όσοι στη Γαλλία κατά τη διάρκεια ολόκληρης της γαλλικής επανάστασης. Η γκιλοτίνα βρισκόταν ήδη σε χρήση, σε ορισμένες περιοχές της Γερμανίας, πριν αναλάβει ο Χίτλερ το τιμόνι της χώρας. Η επαρχία του Ρήνου την χρησιμοποιούσε ήδη από το 1798, η επαρχία της Βαυαρίας από το 1854, η Σαξωνία και το Βάρτεμπεργκ από το 1854 και 1853 αντίστοιχα και το Μπάντεν από το 1857. Από το 1871 η γερμανική νομοθεσία όριζε ότι όλες οι εκτελέσεις θα γίνονταν με αποκεφαλισμό, επέτρεπε όμως εξίσου τη χρήση τσεκουριού και γκιλοτίνας. Οι εκτελέσεις δεν ήταν συχνές μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, αυξήθηκαν όμως δραματικά μεταξύ των ετών 1938 και 1945. Ο Χίτλερ εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο οι εγκληματίες αλλά και οι πολιτικοί κρατούμενοι θα εκτελούνταν με γκιλοτίνα ή δι’ απαγχονισμού
Είκοσι γκιλοτίνες κατασκευάστηκαν και σκορπίστηκαν σε όλες τις φυλακές της Γερμανίας και της Αυστρίας. Επίσης αύξησε τον αριθμό των εγκλημάτων που επέσυραν τη θανατική ποινή. Ανάμεσα στο 1933 και το 1944, 13.405 άνθρωποι καταδικάστηκαν σε θάνατο και από αυτούς οι 11.881 εκτελέστηκαν. Μόνο το 1940 θανατώθηκαν περίπου 900 γερμανοί πολίτες. Το 1941 το όριο ηλικίας για να εκτελεστεί κάποιος κατέβηκε στα 14 χρόνια.
Οι εκτελέσεις ξεπέρασαν τις 5.000 μέχρι το 1943. Στα επόμενα δύο χρόνια τα Λαϊκά Δικαστήρια καταδίκασαν σε θάνατο περίπου 7.000 άτομα. Τους πρώτους μήνες του 1945 εκτελέστηκαν 800 άνθρωποι, οι μισοί από τους οποίους ήταν γερμανοί πολίτες. Οι Ναζί είχαν τη δυνατότητα να εκτελούν στη γκιλοτίνα έναν καταδικασμένο κάθε τρία λεπτά, γεγονός που συνέβαινε αρκετά συχνά. Σε μια περίπτωση, στη φυλακή του Breslau, χρειάστηκαν μόνο 90 λεπτά για να αποκεφαλιστούν στη γκιλοτίνα 75 κατάδικοι
Στην Αυστρία, και ανάμεσα στα έτη 1938 και 1945, εκτελέστηκαν στη γκιλοτίνα 1.377 άνδρες και γυναίκες, μετά από καταδικαστικές αποφάσεις που εξέδωσε το Δικαστήριο της Βιέννης. Η συντριπτική τους πλειοψηφία αφορούσε σε αντιφρονούντες του φασιστικού καθεστώτος. Υπολογίζεται ότι 16.000 άτομα εκτελέστηκαν στη γκιλοτίνα από τους Ναζί.
Μετά τον πόλεμο, οι Σύμμαχοι περιόρισαν τη χρήση της γκιλοτίνας μόνο στους γερμανούς πολίτες και, μάλιστα, κατασκευάστηκαν και μερικές καινούριες από την εταιρία των Fritz και Otto Tiggeman. Στη Σοβιετική ζώνη η γκιλοτίνα παρέμεινε σε χρήση μέχρι το 1953. Ήταν φορητή και μεταφερόταν από τόπου εις τόπον με ένα φορτηγό. Η Δυτική Γερμανία κατάργησε τη θανατική ποινή το 1951, με τελευταία εκτέλεση στη γκιλοτίνα αυτή του Berthold Wehmeyer, που έλαβε χώρα στις 11 Μαΐου του 1949. Η Ανατολική Γερμανία εξακολούθησε να χρησιμοποιεί τη γκιλοτίνα μέχρι το 1966, αλλά δεν υπάρχουν καταγραφές εκτελέσεων
Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η 580 κιλών γκιλοτίνα αποστελλόταν από το Παρίσι στις διάφορες φυλακές της χώρας με το τραίνο και, κατά τη διάρκεια της νύχτας, στήνονταν στον προκαθορισμένο τόπο της εκτέλεσης. Λίγο πριν την αυγή, οι δεσμοφύλακες πήγαιναν στο κελί του μελλοθανάτου και τον πληροφορούσαν ότι η αίτηση χάριτος που είχε υποβάλει είχε απορριφθεί και ότι επρόκειτο να εκτελεστεί εκείνη τη στιγμή. Του επέτρεπαν να προσευχηθεί με τον πνευματικό του για λίγα λεπτά, πριν του δέσουν τα χέρια πίσω από την πλάτη και του σκίσουν το κολλάρο του πουκαμίσου του. Υπέγραφε για τελευταία φορά στο δελτίο παρουσίας των φυλακών και τον οδηγούσαν στη γκιλοτίνα, όπου τον αποκεφάλιζαν. Η όλη διαδικασία τυπικά, έπαιρνε λιγότερο από δύο λεπτά
Μέχρι το 1939 οι εκτελέσεις στη γκιλοτίνα γίνονταν σε κοινή θέα, συνήθως έξω από την πύλη των φυλακών. Το κοινό έβλεπε ελάχιστα, καθώς γύρω από τη γκιλοτίνα υπήρχε το πλήθος των δεσμοφυλάκων και των αστυνομικών, αλλά επιτρεπόταν η πρόσβαση και των δημοσιογράφων καθώς και μαρτύρων
Η γκιλοτίνα στην Ελλάδα
«Όταν δεν έχεις δει καρμανιόλα με τα μάτια σου, μπορείς να αδιαφορείς για τη θανατική ποινή» γράφει στους «Αθλίους» ο Βίκτωρ Ουγκώ, όταν όμως την αντικρίσεις, «πρέπει να αποφασίσεις, να πάρεις θέση υπέρ ή κατά», αφού η λαιμητόμος «δεν είναι ουδέτερη και δεν επιτρέπει σε κανέναν να μείνει ουδέτερος… Όλα τα κοινωνικά προβλήματα στήνουν γύρω από αυτή τη λεπίδα τα ερωτηματικά τους». Στις 26 Οκτωβρίου 1846 παρατηρεί: «Πολιτισμός της Ελλάδας. Η γκιλοτίνα εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Ο λαός την αποστρεφόταν, η κυβέρνηση νίκησε την αποστροφή του λαού. Κατάφεραν, τελικά, μετά από δεκαέξι χρόνια δισταγμού να καρατομήσουν πέντε άντρες στον Πειραιά. Τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου 1846 ο ήλιος της Ελλάδας φώτισε δύο πράγματα, το ένα αντίκρυ στο άλλο: τον Παρθενώνα και την γκιλοτίνα».
Η γκιλοτίνα έφθασε στην Ελλάδα από τη Γαλλία και χρησιμοποιήθηκε ως τις αρχές του 20ου αιώνα. Ήταν στημένη στις φυλακές του Παλαμηδιού, στο Ναύπλιο. Με γκιλοτίνα εκτελέστηκε ο δολοφόνος του Πρωθυπουργού Θεόδωρου Δηληγιάννη, Κώστας Γερακάρης, το 1906.