Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Συντάχθηκε απο τον ΣΗΦΗ ΜΑΝΟΥΣΟΓΙΑΝΝΑΚΗ, Αντιναύαρχο ε.α.
Απόψεις του αντιναυάρχου ε.α. κ. Σήφη Μανουσογιαννάκη για τη σημειούμενη διασάλευση της Δημόσιας Τάξης και την αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας.



Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν.2800/29.02.2000, το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης έχει ως αποστολή μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος και των νόμων

α. Την κατοχύρωση και διατήρηση της Δημόσιας Τάξης

β. Την προστασία της Δημόσιας και Κρατικής Ασφάλειας, ….κλπ.



Σύμφωνα με το άρθρο 3 του ιδίου νόμου ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης χαράσσει την πολιτική της Δημόσιας τάξης στο πλαίσιο της Κυβερνητικής Πολιτικής, και κατευθύνει, εποπτεύει και ελέγχει τη δράση των Σωμάτων και Υπηρεσιών του Υπουργείου με τις οποίες ασκεί τις αρμοδιότητές του.


Η Ελληνική Αστυνομία σύμφωνα με τον ίδιο νόμο έχει ως αποστολή:

· Την εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης και ευταξίας και της απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας γενικής αστυνόμευσης και Τροχαίας.

· Την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και την προστασία του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος στα πλαίσια της συνταγματικής τάξης που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας δημόσιας και κρατικής ασφάλειας.



Ιστορικά η Ελληνική Αστυνομία βαρυνόταν από τα μετεμφυλιακά της αμαρτήματα και το χουντικό της παρελθόν. Αυτά τα βάρη, μέσα από μια προσπάθεια τριάντα ετών κατόρθωσε να τα αποβάλει κατά το μάλλον.


Σ’ αυτό συντέλεσαν πολλοί λόγοι, κυρίως η ανάπτυξη του μορφωτικού επιπέδου των στελεχών της, ως απόρροια της ευρύτερης μορφωτικής και κοινωνικής προόδου της Ελληνικής κοινωνίας. Όποια άλλη μομφή καταλογίζεται σήμερα στην Ελληνική Αστυνομία μπορεί κάλλιστα να καταλογισθεί ως μομφή και στην οποιαδήποτε Αστυνομία των αναπτυγμένων χωρών και δεν αποτελεί ιδιαίτερο Ελληνικό φαινόμενο.


Πώς φθάσαμε όμως σήμερα στο σημείο οι Έλληνες να είμαστε παρατηρητές ή και συμμέτοχοι μιας καταστάσεως όπου η Ελληνική κοινωνία να έχει φθάσει σε σοβαρότατη ρήξη με την Ελληνική Αστυνομία. Πώς φθάσαμε στο σημείο ως πολίτες αυτής της χώρας να ανεχόμαστε την καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, τις λεηλασίες και τον εξευτελισμό θεσμών και συμβόλων.


Με ποιο σκεπτικό φθάσαμε στο σημείο να λιθοβολούμε ή να πυροβολούμε την Αστυνομία που αποτελεί οργανικό κομμάτι της κοινωνίας μας και είναι επιφορτισμένη να προστατεύει το δημόσιο συμφέρον.



Οι πολιτικές ηγεσίες είναι εκείνες που δια του συστήματος επιλογών-προαγωγών ελέγχουν απόλυτα τις φυσικές ηγεσίες της Αστυνομίας, και μάλιστα με γνώμονα το κομματικό συμφέρον. Έτσι αποκτούν τη δυνατότητα παρέμβασης στον τρόπο εκτέλεσης της αποστολής της Αστυνομίας και τη χρησιμοποιούν ως δύναμη καταστολής εναντίον πολιτών αντί ως δύναμη καταστολής εναντίον όλων των μορφών του εγκλήματος.



Όμως αυτός ο κατασταλτικός ρόλος της Αστυνομίας εναντίον πολιτών διαμορφώνει μία πολεμική μεταξύ Κοινωνίας –Αστυνομίας, αφού η Αστυνομία διατάσσεται να ασκήσει βία εις βάρος επαγγελματικών ή κοινωνικών ομάδων που διαδηλώνουν για τα αιτήματά τους.


Έτσι βλέπουμε ότι όλες οι Κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων φέρουν αντιμέτωπη την Αστυνομία είτε με τους αγρότες, είτε με τους συνταξιούχους, είτε με τους φοιτητές είτε ακόμη και με τους ίδιους τους συνδικαλιζόμενους αστυνομικούς. Απότοκο τέτοιων βίαιων καταστολών είναι μια έντονη απαρέσκεια, για να μην πούμε κοινωνικό μίσος για το Αστυνομικό Σώμα, γεγονός φοβερά επιζήμιο και για την ίδια την κοινωνία αλλά ειδικότερα για τον ίδιο τον Αστυνομικό που αποκόπτεται από τον κοινωνικό ιστό, αποσταθεροποιείται ψυχολογικά, αποθαρρύνεται και αποδυναμώνεται στην εκπλήρωση του στόχου του για την καταπολέμηση του κοινού εγκλήματος.


Αποτέλεσμα, οι κακοποιοί να αποθρασύνονται, οι πολίτες να αισθάνονται όλο και περισσότερο ανασφαλείς νοιώθοντας να επικρατεί ένα κλίμα ανομίας με τη συνεχή απαξίωση της Αστυνομίας.


Αποτελεί κραυγή απόγνωσης η δήλωση Αστυνομικού συνδικαλιστή στην τηλεόραση. «Μην κατηγορείτε εμάς. Είχαμε διαταγή να μην επέμβουμε στις καταστροφές» και αποτελεί δείγμα ανευθυνότητας και λαϊκισμού η δήλωση του Υπουργού ότι «θέσαμε υπεράνω όλων την ανθρώπινη ζωή» λες και ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης των καταστροφών και λεηλασιών ήταν η εκτέλεση των δραστών.


Φθάνουμε έτσι στο φαινόμενο απλοί πολίτες να παίρνουν το μέρος διαδηλωτών που δεν περιορίζονται στην προβολή των αιτημάτων τους, αλλά είτε εκτρέπονται σε ποινικά αδικήματα, είτε προπηλακίζουν, είτε καθυβρίζουν είτε προκαλούν τις αστυνομικές δυνάμεις που παγιδευμένες μέσα σε πολιτικές πρακτικές και σκοπιμότητες, ανεκπαίδευτοι ορισμένοι σε ψύχραιμους χειρισμούς, με συσσωρευμένη στην ψυχολογία τους την κοινωνική απαξίωσή τους, έρχονται να αποτελέσουν τον κυματοθραύστη μιας κοινωνικής έντασης την οποία και οι ίδιοι βιώνουν ως πολίτες και εργαζόμενοι.


Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν μπορεί να περιμένει κανείς τίποτα από τις φυσικές ηγεσίες της Αστυνομίας. Το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο και η επικρατούσα πολιτική πρακτική τις έχει αχρηστεύσει. Όσα στελέχη διαθέτουν τα επιπλέον ιδιαίτερα προσόντα που απαιτεί ένας τόσο σημαντικός και ευαίσθητος θεσμός όπως της Αστυνομίας, δεν θα φθάσουν ποτέ στις ανώτατες ηγετικές θέσεις. Το μεγάλο βάρος πέφτει στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Είναι εκείνες που πρέπει να επιβάλλουν την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου, την αναδιοργάνωση, την αναζήτηση και την επιβολή του πραγματικού κοινωνικού ρόλου της Αστυνομίας. Το μήνυμα που πέρασαν εκείνοι που κατέθεσαν στη δίκη εναντίον πολιτικού που κάλυπτε εμπόρους ναρκωτικών ήταν τεράστιο και δεν πρέπει να πάει χαμένο.
ΠΗΓΗ Διπλωματικο Περισκοπιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου