Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος έζησε και διέπρεψε επί χίλια περίπου έτη μετά την άδοξη κατάρρευση του Δυτικού. Κάνοντας εδώ μια παρένθεση να τονίσω ότι αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη το στοιχείο της ενότητος σε ένα κράτος, πολλώι δε μάλλον όταν πρόκειται για μία πολυεθνική αυτοκρατορία. Αξίζει, λοιπόν, να μελετηθούν οι λόγοι αποσυνθέσεως και τελικής διαλύσεως της Δυτικής αυτοκρατορίας. Και τούτο διότι, τα συμπεράσματα που θα εξαχθούν ενισχύουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την άποψη περί ελληνικότητος του Βυζαντίου. Έχοντας κατά νου λοιπόν την παραπάνω αρχή, στην Ανατολικορωμαϊκή Αυτοκρατορία συναντάμε τους Έλληνες και τους πλήρως εξελληνισμένους, οι οποίοι αποτελούσαν τον συμπαγή, σταθερό και σκληρό πυρήνα της. Οι άλλοι λαοί (Αρμένιοι, Γεωργιανοί, Σύριοι, Αιγύπτιοι, Σλαύοι, Βούλγαροι, Ιταλιώτες, Αλβανοί) ανήκαν σε αυτήν μερικώς και ασταθώς. Δεν εταυτίζοντο με το Κράτος, το οποίο είτε δεν το θεωρούσαν δικό τους (Σύριοι, Αιγύπτιοι), είτε εποφθαλμιούσαν την ηγεσία του από τους Έλληνες (Βούλγαροι: Συμεών, Σαμουήλ) και την μετατροπή του σε μιας άλλης μορφής και φύσης αυτοκρατορία, με προεξάρχον έθνος τους ιδίους. Για όλους τους παραπάνω λόγους, άλλες φορές τάχθηκαν στο πλευρό της κεντρικής διοίκησης, ενώ κάποιες άλλες συνεργάζοντο με τους εχθρούς του κράτους. Το Βυζάντιο, ασφαλώς και δεν ήταν δικό τους. Ανήκε στους Έλληνες που του έδωσαν την γλώσσα, την παιδεία, τον πολιτισμό και την Ελληνορθοδοξία.
Ειδικώτερα, η περίοδος 400-600 μ.χ, υπήρξε μεταβατική. Από το 600 αρχίζει η περίοδος του πλήρους εξελληνισμού, ο οποίος ολοκληρώνεται μέχρι το 650. Έκτοτε, επί 800 έτη η Αυτοκρατορία είναι πλήρως και καθαρώς Ελληνική. Στην πρόσληψη καθαρώς ελληνικού χαρακτήρος συμβάλλει και η κατά τον 7ο αιώνα απώλεια των ελληνιστικών επαρχιών (αλλά στην ουσία μηδέποτε πλήρως αφομοιωθέντων), δηλαδή της Συροπαλαιστίνης και Αιγύπτου (αφορμή οι δογματικές διαφορές όπως ο μονοφυστισμός και ο μονοθελητισμός, αλλά με βαθύτερη αιτία την προαναφερθείσα στην προηγούμενη παράγραφο), οι οποίες αφέθηκαν στην αραβική κατάκτηση διχως να προβάλλουν αντίσταση. Έτσι το κράτος περιορίζεται στην Μικρά Ασία, στην χερσόνησο του Αίμου, στα νησιά του Αιγαίου, στην Κρήτη (εξαίρεση τα περίπου 140 χρόνια σκλαβιάς στους Σαρακηνούς κατά τα έτη 824-961), στην Κύπρο και σε κάποια τμήματα της Νότιας Ιταλίας και Κριμαίας.Επειδή, όμως, οι αναφορές μου σε Έλληνες Ιστορικούς θα θεωρηθούν ως υποκειμενικές θεωρήσεις του όλου ζητήματος θα αναφερθώ στις απόψεις ξένων Ιστορικών. Έτσι ο H.G. Wells στην «Παγκόσμια Ιστορία» του αποκαλεί το Βυζάντιο «Νέο Ελληνικόν κράτος» Γράφει σχετικώς: "Περί του Βυζαντινού κράτους ομιλούν γενικώς, ως εάν επρόκειτο περί συνεχίσεως της ρωμαϊκής παραδόσεως, ενώ εις την πραγματικότητα τούτο ήτο ανανανέωσις της παραδόσεως του Αλεξάνδρου. Το ανατολικόν κράτος, αφ΄ότου εχωρίσθη από το δυτικόν, ωμιλούσε την ελληνικήν και αποτελούσε την συνέχεια της ελληνικής παραδόσεως αν και όχι εντελώς αγνής. Πάντως το κράτος αυτό ήτο ελληνικόν και όχι λατινικόν." (α'.σελ. 635-638 εκδ. «Δέλτα»).
Ο Γίββων, επίσης, θαυμάζει την χάριν και την κομψότητα που έχει η ελληνική γλώσσα στα κείμενα του Κεδρηνού.Ο Άγγλος Ιστορικός Toynbee, από την άλλη, σημειώνει: "Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε χρησιμεύσει ως το ελληνικόν οικουμενικόν κράτος. Τούτο, βεβαίως, κατά τον ίδιο ισχύει πολύ περισσότερο για το ανατολικό τμήμα της, ιδίως μετά το 476 μ.χ" («Σπουδή της Ιστορίας»).Τέλος ο Γάλλος Jacques Le Goff στο βιβλίο του "La Civilisation de I' Occident Medieval Artaud" εκδοθέν στην Ελλάδα το 1993 από τις εκδόσεις ΒΑΝΙΑΣ με τον ελληνικό τίτλο "Ο πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης" χαρακτηρίζει τους Βυζαντινούς σαφέστατα ως Έλληνες. (σελ.68-69)
Επομένως, βλέπουμε ότι το χιλιόχρονο Βυζάντιο δεν δύναται να προσδιοριστεί ως οτιδήποτε άλλο παρά μόνο ΕΛΛΗΝΙΚΟ. Αποτελεί την απόλυτη αναφορά στον Β' Ελληνικό πολιτισμό. Είναι το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ, το οποίο δεν εβίωσε τα σκοτάδια του Δυτικού Μεσαίωνα. Τουναντίον ήταν οι Βυζαντινοί Λόγιοι οι οποίοι προκάλεσαν την Αναγέννηση που οδήγησε στην παγκόσμια Δυτικοευρωπαϊκή πρωτοκαθεδρία. Διαφορετικά οι Δυτικοί θα έκαιγαν μέχρι τις ημέρες μας τις μάγισσες.Πιστεύω οτι η ουσία εστιάζεται στον χαρακτήρα του κράτους ο οποίος ήτο καθαρώς Ελληνοχριστιανικός από τη σύζευξη των δύο μεγάλων ποταμών του Χριστιανισμού και του Ελληνικού πνεύματος. Είναι αλήθεια πως το ελληνικόν πνεύμα αναζωογονήθηκε και απετέλεσε, μέσω της ελληνικής γλώσσης, το όχημα μετάδοσης του χριστιανισμού προς τα υπόλοιπα Έθνη, τόσο εντός όσο και εκτός της αυτοκρατορίας.Ειδικότερα, στους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου ή της οψίμου αρχαιότητος (4ος με 6ο) διαμορφούται οι βασικοί προβληματισμοί της βυζαντινής λογοτεχνίας. Στο σημείο αυτό το "κοσμολογικό πρόβλημα" των Ελλήνων, η αγωνία δηλαδή για τη λύτρωση του ανθρώπου από τη μοίρα και τον θάνατο, θα συναντηθεί με το "χριστολογικό ζήτημα", που τοποθετεί τον ιδρυτή της νέας θρησκείας στην αρχή και στην αδιάκοπη συνέχεια του κόσμου. Πρυτανεύει η άποψη ότι η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία αποτελεί προπαιδεία για τη μελέτη των χριστιανικών κειμένων. Η πρόθεση αυτή αποσκοπεί στο να συνδυάσει το χριστιανικό με το κλασσικό πνεύμα.
Μετά τα παραπάνω μεταφέρω ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία:
1. Ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Βατάτζης της Ελληνικής αυτοκρατορίας της Νικαίας λέγει: «Εν τω γένει των Ελλήνων ημών, η σοφία βασιλεύει.»
2. Ο Ευστάθιος, Επίσκοπος Θεσσαλονίκης τον 11ο με τα εμβριθή και κατατοπιστικά του σχόλια στα Ομηρικά Έπη (για δες οι σκοταδιστές Βυζαντινοί!!!) στην ομιλία του για την Αγία Τεσσαρακοστή, λέγει: «Εις τε τον καθ΄ημάς Έλληνα και εις Βάρβαρον» (Ρ. G. Migne τ.135, σελ. 708).
3. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς συνεχώς χρησιμοποιεί το όνομα «Ελληνες» με εθνική και όχι θρησκευτική έννοια.
4. Ο Ηγεμών Μιχαήλ Άγγελος το Ελληνικό Δεσποτάτο της Ηπείρου το αποκαλεί «Της Ελλάδος»
5. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος προσφωνεί τον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο: «Ω της Ελλάδος Ήλιε Βασιλεύ» (Σάνθας, Monuments A)
6. Ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος σε πανηγυρική ομιλία του υπογραμμίζει την «Δόξαν της Ελληνικής παραδόσεως» και υπερηφανεύεται (όπως άλλοτε ο Ισοκράτης για τους Αθηναίους), επειδή οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως: «Ου μιξοβάρβαρου λαού το φθέγμα φύρδην προϊεμένου.» Αλλά διατρανούν: «Την Ελλάδα γλώτταν την ορθορρήμονα».
7. Στην «Βασίλειον Τάξιν» του ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος αναφέρει την «Ελληνική Παιδείαν» και την «Ελληνική Μουσικήν» ως αντίθετες όχι πλέον προς τις των χριστιανών, αλλά προς τις των «Βαρβάρων».
8. Η Άννα Κομνηνή υπερηφανεύεται επειδή εμελέτησε Αριστοτέλην και Πλάτωνα και γενικώς για την Ελληνική Παιδεία της.
9. Ο Επίσκοπος Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης υμνεί ποιητικώς την δόξαν των Αρχαίων Αθηνών.
10. Ο Νικήτας Χωνιάτης, γράφοντας για την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Δυτικούς, θρηνεί επειδή του έλαχε η μοίρα: «Να παραπέμψω τοις έπειτα πράξεις πολεμικάς εν αις μη νικώσιν Έλληνες, να μεταχειρισθώ την Ιστορίαν, χρήμα βέλτιστον και κάλλιστον των Ελλήνων εύρημα, ίνα διαιωνίσω την μνήμην βαρβαρικών καθ' Ελλήνων κατορθωμάτων.»
11. Ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης καλεί «Έλληνας» τους κατοίκους του κράτους και «Βασιλείς Ελλήνων» τους εν Κωνσταντινουπόλει αυτοκράτορας.
12. Ο Μ. Δούκας χαρακτηρίζει τον λαόν του Βυζαντίου «Τρυγίαν των Ελλήνων».
13. Ο Σουλτάνος της Αιγύπτου με επιστολή του προς τον Ιωάννην Καντακουζηνόν τον αποκαλεί: «Βασιλέα των Ελλήνων»
14. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, στην τελευταία έκκλησί του για αγώνα, χαρακτηρίζει την Κωνσταντινούπολιν: «Ελπίδα και χαράν πάντων των Ελλήνων».
15. Τέλος ακόμη και ο Ακάθιστος Ύμνος είναι εμπνευσμένος από τους χαιρετισμούς των Ορφικών προς την υψίστην Θεάν:
«Χαίρε δε και κλίμαξ ποτί ουρανόν.» (Ορφικός)
«Χαίρε κλίμαξ επουράνιε.» (Ακάθιστος Ύμνος)
http://ellines-antepithesi.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου